Την αυξανόμενη σημασία των υβριδικών απειλών στον κλονισμό της ασφάλειας του σύγχρονου κράτους κατέδειξαν όλοι οι ομιλητές στο 4ο Φόρουμ για τις Υβριδικές Απειλές, την Κυβερνο-ασφάλεια, και την Τεχνητή Νοημοσύνη, που πραγματοποιήθηκε την 3η Δεκεμβρίου 2024, στον συνεδριακό χώρο του ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος, στην Αγία Παρασκευή, στην Αθήνα.
Την κεντρική ομιλία πραγματοποίησε ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, Στρατηγός Δημήτριος Χούπης, ο οποίος περιέγραψε ολόκληρο το πλαίσιο των υβριδικών απειλών. Επεσήμανε ότι η μέχρι σήμερα προσέγγιση που απαιτούσε την συμμετοχή «του κυβερνητικού συνόλου» (whole–of–government approach) θα πρέπει να δώσει την θέση της σε ενέργειες που προκρίνουν, επίσης, την συμμετοχή «του κοινωνικού συνόλου» (whole–of–society paradigm), επιδιώκοντας και επιτυγχάνοντας, έτσι, την εμπέδωση συνεργιών μεταξύ κράτους και ιδιωτών για την αντιμετώπιση της απειλής και την καλλιέργεια πνεύματος ανθεκτικότητας.
Ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ, Στρατηγός Δημήτριος Χούπης. Πηγή: FAINST
————————————————————
Αφού παρουσίασε τα στάδια και τις τακτικές των υβριδικών εχθροπραξιών, σημείωσε ότι απέναντι στις πρακτικές αυτές προωθείται το –υποστηριζόμενο από τον επιστημονικό διάλογο– μοντέλο διαχείρισης υβριδικών απειλών που ονομάζεται «υβριδική ανοσοποίηση» (Hybrid Immunization). Για να προληφθεί η απόπειρα δρώντα να επιτεθεί στην χώρα με τρόπο υβριδικό απαιτούνται δράσεις σε 5 διαφορετικά επίπεδα:
- Στο πρώτο επίπεδο, τον κύκλο επαφής, θα πρέπει να οικοδομήσουμε τον μηχανισμό εντοπισμού και διαχείρισης των fake news.
- Παράλληλα, σε δεύτερο επίπεδο τοποθετείται η καθιέρωση διαχείρισης της παραπληροφόρησης σε εθνικό επίπεδο.
- Σε τρίτο επίπεδο βρίσκεται η εναρμονισμένη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων Αρχών.
- Στο τέταρτο επίπεδο τοποθετείται η συνεργασία της Πολιτικής Προστασίας, του τομέα Κρίσιμων Υποδομών και των οργάνων πολιτικής κυβερνο-άμυνας της Χώρας.
- Στο πέμπτο επίπεδο συναντούμε την συνεργασία των Ενόπλων Δυνάμεων ως τον κεντρικό μοχλό της Εθνικής Αμυντικής Πολιτικής.
Η διεθνική και διακρατική φύση των υβριδικών απειλών υπογραμμίζει την ανάγκη για συλλογική και διεθνή συνεργασία. Καμία χώρα, ανεξαρτήτως ισχύος, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνη της τις απειλές. Η περιφερειακή ασφάλεια, είπε ο Στρατηγός κ. Χούπης, και η υποστήριξη πρωτοβουλιών για την εξασφάλιση της σταθερότητας, όπως αυτές που έχει αναλάβει η Ελλάδα το τελευταίο χρονικό διάστημα με χώρες όπως οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Γαλλία και άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής και Βορείου Αφρικής, καθώς επίσης και συνεργασίες στο πλαίσιο μεγάλων θεσμών όπως το ΝΑΤΟ και η ΕΕ, διαδραματίζουν έναν κρίσιμο ρόλο στην άντληση πόρων, στον διαμοιρασμό πληροφοριών και στην δημιουργία συντονισμένων αποκρίσεων.
Περνώντας στα πάνελ των συζητήσεων, με πρώτο εκείνο που αφορά στον «Ορισμό και την Περιγραφή των Σύγχρονων και Μελλοντικών Υβριδικών Απειλών», ο Chris Kremidas-Courtney, Senior Visiting Fellow, European Policy Center, αναφέρθηκε στους DAO (Decentralized Autonomus Organizations, Αποκεντρωμένοι Αυτόνομοι Οργανισμοί, οντότητες που διοικούνται εν όλω ή εν μέρει από ηλεκτρονικούς υπολογιστές) για τους οποίους είπε ότι προσφέρουν στους υβριδικούς παράγοντες απειλών ένα αποτελεσματικό εργαλείο για ανωνυμία και αυτονομία. Αυτοί οι φορείς μπορούν να χρησιμοποιήσουν τους DAO για να οργανώσουν παράνομες δραστηριότητες, όπως η διάδοση παραπληροφόρησης, η αξιοποίηση των δυνατοτήτων για μη ανιχνευσιμότητα, και η έλλειψη εποπτείας. Οι υβριδικές απειλές μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε γνωστικές, κυβερνο-, και επικοινωνιακές απειλές. Επιπλέον, η πρόσφατα ανακαλυφθείσα συναρπαστική νευροτεχνολογία μπορεί να εφαρμοστεί σε διάφορους τομείς, ξεκινώντας από το μάρκετινγκ και την διαφήμιση, αυξάνοντας ενδεχομένως την πολυπλοκότητα αυτών των υβριδικών απειλών.
Στο πάνελ ο Chris Kremidas-Courtney με τον συντονιστή της συζήτησης Αθανάσιο Κοσμόπουλο, DPOτου Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, και στην οθόνη η κα Paivi Matilla του EU-HYBNET (αριστερά) και η κα. Clare Roberts, του NATO HQ Innovation, Cyber and Hybrid Policy Division. Πηγή: FAINST
————————————————————-
Στο ερώτημα, ποιες αναβαθμίσεις στις υπηρεσίες πληροφοριών και επιβολής του νόμου απαιτούνται για να διασφαλιστεί ότι οι DAO δεν θα χρησιμοποιηθούν για κακόβουλους σκοπούς, ο κ. Kremidas-Courtney, απάντησε ότι για να αποφευχθεί η κακή χρήση των DAO, απαιτούνται σημαντικές εξελίξεις στην ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης προηγμένων τεχνολογιών παρακολούθησης blockchain και της δημιουργίας νέων ρυθμιστικών πλαισίων που εξισορροπούν την αποκέντρωση με την απαραίτητη διαφάνεια.
Ωστόσο, το πιο κρίσιμο στοιχείο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των υβριδικών απειλών είναι η συνεργασία μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, καθώς η πλειονότητα των υποδομών ζωτικής σημασίας ανήκουν στον ιδιωτικό τομέα. Ένα αξιοσημείωτο ζήτημα είναι η αυξανόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών προς τα θεσμικά όργανα, καθώς η αποκέντρωση των λειτουργιών του κράτους, ιδιαίτερα στις οικονομικές δραστηριότητες, γίνεται πιο συχνή.
Ως αντίδοτο, υπογράμμισε, η ψηφιακή δημοκρατία μπορεί να ενισχύσει την δημοκρατική διακυβέρνηση μέσω της διαφάνειας και της ένταξης, προσφέροντας πλατφόρμες για ανοιχτό διάλογο και συμμετοχή των πολιτών. Ωστόσο, για να αποφευχθεί η κατάχρηση των DAO για την υπονόμευση της δημοκρατίας, πρέπει να εφαρμοστούν αυστηροί μηχανισμοί εποπτείας. Αυτό περιλαμβάνει την εφαρμογή ελέγχων στην χρηματοδότησή τους, τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, και την διασφάλιση της διαφάνειας σε τέτοιες δραστηριότητες. Με την ενσωμάτωση της λογοδοσίας στις λειτουργικές δομές των DAO, η ψηφιακή δημοκρατία μπορεί να μετριάσει τους κινδύνους χρήσης αυτών των οντοτήτων για την διάβρωση των δημοκρατικών αρχών.
Από την πλευρά της, η Clare Roberts, NATO HQ Innovation, Cyber and Hybrid Policy Division, σημείωσε ότι οι υβριδικές απειλές έχουν εξελιχθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, με μια αυξανόμενη εξάρτηση από τις δυνατότητες στον κυβερνοχώρο, τις εκστρατείες παραπληροφόρησης, και την εκμετάλλευση των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης. Αυτές οι απειλές έχουν μετατοπιστεί από τις παραδοσιακές στρατιωτικές τακτικές σε πιο εξελιγμένες, κρυφές μεθόδους που έχουν σχεδιαστεί για να υπονομεύσουν τους δημοκρατικούς θεσμούς, να διαταράξουν την κοινωνική συνοχή, και να επηρεάσουν τις πολιτικές διαδικασίες. Η κατεύθυνση αυτής της διαφοροποίησης υποδηλώνει μια αυξανόμενη ενοποίηση τεχνολογικών εργαλείων και την στρατηγική χρήση μη κρατικών δρώντων, επιτρέποντας στους αντιπάλους να επιχειρούν κάτω από το κατώφλι του συμβατικού πολέμου.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, είπε χαρακτηριστικά, σηματοδότησε μια σημαντική καμπή στην χρήση του υβριδικού πολέμου, αλλά δεν ξεκίνησε το 2022, παρά το 2014. Αυτή [η καμπή] περιελάμβανε κυβερνοεπιθέσεις, πληροφοριακό πόλεμο, και χρήση πληρεξουσίων δυνάμεων. Η σύγκρουση απεικόνισε την αυξανόμενη πολυπλοκότητα των υβριδικών στρατηγικών και ανέδειξε την ανάμειξη στρατιωτικών και μη στρατιωτικών στοιχείων στην κρατική τέχνη. Επιτάχυνε επίσης την αναγνώριση των υβριδικών απειλών από παγκόσμιους παράγοντες, προκαλώντας αυξημένες επενδύσεις σε μέτρα κυβερνοασφάλειας και ανθεκτικότητας. Οι ενέργειες της Ρωσίας δοκίμαζαν τις απαντήσεις των Συμμάχων όπως και σήμερα˙ πόσο μακριά, πόσο γρήγορα, και πόσο συντονισμένα θα ανταποκριθούν.
Η καινοτομία διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην αντιμετώπιση των υβριδικών απειλών, επιτρέποντας την ανάπτυξη προηγμένων τεχνολογιών για την άμυνα, την συλλογή πληροφοριών, και την οικοδόμηση ανθεκτικότητας. Για παράδειγμα, η τεχνητή νοημοσύνη και η μηχανική μάθηση μπορούν να ενισχύσουν την ανίχνευση απειλών, να αυτοματοποιήσουν τις απαντήσεις σε κυβερνοεπιθέσεις, και να αναλύσουν τεράστιες ποσότητες δεδομένων για τον εντοπισμό προτύπων παραπληροφόρησης. Επιπλέον, οι καινοτομίες στην υποδομή κυβερνοασφάλειας και την ψηφιακή εγκληματολογία συμβάλλουν στην ασφάλεια των κρίσιμων συστημάτων και στην εξουδετέρωση των κακόβουλων επιχειρήσεων επιρροής. Η ενσωμάτωση αυτών των τεχνολογιών, κατέληξε η κα. Roberts, επιτρέπει πιο αποτελεσματικές και προσαρμοστικές απαντήσεις στην εξελισσόμενη και πολύπλευρη φύση των υβριδικών απειλών.
Η Paivi Matilla, Turku University of Applied Sciences, ex. EU-HYBNET Coordinator Chief Advisor – ICT, μίλησε για την πρωτοβουλία του πανευρωπαϊκού δικτύου για τις υβριδικές απειλές, EU-HYBNET. Ως μέρος του EU-HYBNET, είπε, επικεντρωνόμαστε στην ανακάλυψη και ανάλυση καινοτόμων λύσεων για την αντιμετώπιση των κενών στην πανευρωπαϊκή ασφάλεια, ειδικά στην αντιμετώπιση υβριδικών απειλών. Στο πλαίσιο του θέματος του 4ου φόρουμ για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο και την τεχνητή νοημοσύνη, ορισμένες βασικές καινοτομίες περιλαμβάνουν την ανάπτυξη συστημάτων ανίχνευσης απειλών με γνώμονα την τεχνητή νοημοσύνη, ικανών να εντοπίζουν κυβερνοεπιθέσεις και ανώμαλη συμπεριφορά σε πραγματικό χρόνο. Επιπλέον, η ενσωμάτωση της μηχανικής μάθησης στο πλαίσιο της κυβερνοασφάλειας επιτρέπει προσαρμοστικούς αμυντικούς μηχανισμούς που μπορούν να εξελιχθούν με τις αναδυόμενες απειλές, αυξάνοντας έτσι την ανθεκτικότητα έναντι των επιθέσεων στον κυβερνοχώρο και ενισχύοντας την ικανότητα αντιμετώπισης εκστρατειών παραπληροφόρησης.
Ωστόσο, συνέχισε η κα. Matilla, οι κύριες προκλήσεις για τους πανευρωπαϊκούς επαγγελματίες της ασφάλειας στην υιοθέτηση καινοτόμων λύσεων κυβερνοασφάλειας και τεχνητής νοημοσύνης έγκεινται στην διαλειτουργικότητα, στα προβλήματα απορρήτου δεδομένων, και στον γρήγορο ρυθμό των τεχνολογικών αλλαγών. Πολλές υπάρχουσες υποδομές δεν είναι πλήρως συμβατές με νέα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης, απαιτώντας σημαντικές αναβαθμίσεις. Επιπλέον, υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με την διασφάλιση ότι τα συστήματα AI είναι ασφαλή, διαφανή, και απαλλαγμένα από προκαταλήψεις.
Κοιτάζοντας προς το μέλλον του EU-HYBNET, η κληρονομιά του πιθανότατα θα αξιοποιηθεί με την ενθάρρυνση της συνεχούς συνεργασίας μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ και των υπηρεσιών ασφαλείας, διασφαλίζοντας ότι η γνώση και οι καινοτομίες που αναπτύχθηκαν μέσω του EU-HYBNET εφαρμόζονται αποτελεσματικά. Η εστίαση θα είναι επίσης στην διατήρηση της ευελιξίας και της προσαρμοστικότητας καθώς εμφανίζονται νέες υβριδικές απειλές και δυνατότητες τεχνητής νοημοσύνης, κατέληξε.
Το ΝΑΤΟ και η ΕΕ
Στην συνέχεια ετέθη το ζήτημα της συνεργασίας του ΝΑΤΟ με την ΕΕ για την αντιμετώπιση των υβριδικών απειλών, υπό το πρίσμα της εξέλιξης των ίδιων των απειλών αλλά και από την πλευρά της τεχνολογικής ανθεκτικότητας.
Η Judit Keczer, Policy Officer, Innovation, Hybrid and Cyber Division, NATO HQ, υπογράμμισε ότι το πιο κρίσιμο βήμα για την καταπολέμηση των υβριδικών απειλών είναι η ικανότητα παρακολούθησης και αναγνώρισής τους. Λόγω της διαδοχικής, κλιμακούμενης φύσης και της πολυπλοκότητάς τους, οι υβριδικές απειλές είναι δύσκολο να εντοπιστούν και να αντιμετωπιστούν. Αυτές οι απειλές συχνά συνδυάζουν συμβατικές και αντισυμβατικές τακτικές, συμπεριλαμβανομένων των επιθέσεων στον κυβερνοχώρο, της παραπληροφόρησης, και της οικονομικής πίεσης. Το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση αυτών των απειλών είναι ο ακριβής εντοπισμός, ο οποίος απαιτεί την ενίσχυση της ευαισθητοποίησης σε όλα τα επίπεδα —κυβέρνηση, υπηρεσίες ασφαλείας, και κοινό. Βελτιώνοντας την κατανόηση των υβριδικών τακτικών, οι κοινωνίες μπορούν να προετοιμαστούν καλύτερα για να ανταποκριθούν. Επιπλέον, οι προηγμένες τεχνολογίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και τα μεγάλα δεδομένα (big data), μπορούν να βοηθήσουν στον έγκαιρο εντοπισμό, αποτρέποντας περαιτέρω κλιμάκωση.
Ο Γεώργιος Ξυλούρης από το Ινστιτούτο Πληροφορικής και Επικοινωνιών του Δημόκριτου στο πάνελ μαζί με τον κ. Α. Κοσμόπουλο του Υπ. Ψηφιακής Πολιτικής και στην οθόνη η Judit Keczer, Policy Officer, Innovation, Hybrid and Cyber Division του NATO και ο Jonas Cederlof, Policy Officer, DG DEFIS, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πηγή: FAINST
———————————————————
Περαιτέρω, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των υβριδικών απειλών, είναι ζωτικής σημασίας να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση και να αναπτυχθεί η ικανότητα δημιουργίας προσαρμοσμένων απαντήσεων γρήγορα. Η ΕΕ και το ΝΑΤΟ θα πρέπει να συνεργαστούν στενά για να εξερευνήσουν και να εφαρμόσουν νέα εργαλεία και στρατηγικές για την αντιμετώπιση τέτοιων απειλών. Για παράδειγμα, η Σύνοδος Κορυφής της Ουάσιγκτον παρέχει μια εξαιρετική πλατφόρμα ώστε οι δυο οργανισμοί να ενισχύσουν την συνεργασία τους, να μοιραστούν ιδέες, και να ενισχύσουν τις συλλογικές ικανότητές τους. Με την συνεργασία, η ΕΕ και το ΝΑΤΟ μπορούν να οικοδομήσουν ένα πιο ανθεκτικό και ανταποκρινόμενο πλαίσιο για την αντιμετώπιση υβριδικών απειλών, διασφαλίζοντας ότι οι προσπάθειές τους είναι ευθυγραμμισμένες και προσαρμοζόμενες στις εξελισσόμενες προκλήσεις, είπε η κα. Keczer.
Επίσης ο Jonas Cederlof, Policy Officer, DG DEFIS, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σχετικά με το ζήτημα της ανάπτυξης ικανοτήτων της ΕΕ για την αντιμετώπιση υβριδικών επιθέσεων είπε πως η αντίληψη των υβριδικών απειλών έχει εξελιχθεί, με την αναγνώριση της ανάγκης για μια συντονισμένη προσέγγιση που να περιλαμβάνει τόσο κρατικούς όσο και μη κρατικούς φορείς. Το Άρθρο 3 του ΝΑΤΟ, το οποίο τονίζει την ανάγκη για συλλογική άμυνα και κοινές ικανότητες ευθυγραμμίζεται με τις προσπάθειες της ΕΕ να οικοδομήσει μια πιο ολοκληρωμένη πολιτική άμυνας και ασφάλειας. Μέσω της στενότερης συνεργασίας με το ΝΑΤΟ, η ΕΕ μπορεί να αξιοποιήσει κοινές πληροφορίες, πόρους, και τεχνογνωσία για να αναπτύξει αποτελεσματικά αντίμετρα, διασφαλίζοντας ταχεία, συντονισμένη απάντηση στις υβριδικές απειλές.
Ειδικά στο ΝΑΤΟ, η συνεργασία και ο συντονισμός στην ανάπτυξη ικανοτήτων επικεντρώνονται σε βαριές δυνατότητες διπλής χρήσης, διασφαλίζοντας ότι τόσο τα στρατιωτικά όσο και τα πολιτικά μέσα μπορούν να αξιοποιηθούν αποτελεσματικά. Η συμμαχία δίνει έμφαση στην Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) για την προώθηση της καινοτομίας και την ενίσχυση της τεχνολογικής προόδου. Το ΝΑΤΟ υποστηρίζει την παραγωγή κρίσιμων αμυντικών συστημάτων ενώ ενθαρρύνει τα κράτη-μέλη να ευθυγραμμίσουν τις εθνικές ικανότητές τους με τις απαιτήσεις σε ολόκληρη την συμμαχία. Αντλώντας δυνατότητες από το ευρύτερο περιβάλλον, το ΝΑΤΟ διασφαλίζει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση στην ασφάλεια, προσαρμοζόμενη στις εξελισσόμενες απειλές. Αυτό το πλαίσιο συνεργασίας ενισχύει την συνολική αμυντική στάση της συμμαχίας, επιτρέποντας ταχεία ανταπόκριση σε κρίσεις και ενισχύοντας την διαλειτουργικότητα στα διάφορα-κράτη μέλη της.
Η τρέχουσα τεχνολογική ανθεκτικότητα έναντι των υβριδικών απειλών θα πρέπει να βελτιωθεί σημαντικά, με συστήματα σχεδιασμένα να παραμένουν λειτουργικά ακόμη και ενόψει παρεμβολών ενέργειας ή διαταραχών στον κυβερνοχώρο, προσέθεσε ο κ. Cederlof. Οι προσπάθειες για την επιτάχυνση της τεχνολογικής προσαρμογής βρίσκονται σε εξέλιξη, διασφαλίζοντας ότι οι νέες τεχνολογίες είναι ισχυρές και πιστοποιημένες για να αντέχουν τέτοιες απειλές. Η ενοποίηση των κβαντικών τεχνολογιών ανοίγει τον δρόμο για ασφαλέστερες και ταχύτερες απαντήσεις στις αναδυόμενες προκλήσεις. Η συνεργασία μεταξύ των διαφόρων αμυντικών κέντρων ενισχύει την ανταλλαγή γνώσεων και εμπειρογνωμοσύνης, διασφαλίζοντας ένα πιο ολοκληρωμένο αμυντικό πλαίσιο. Οι τακτικές αξιολογήσεις κινδύνου εντός των οργανισμών –όπως το ΝΑΤΟ και η ΕΕ- ενισχύουν περαιτέρω την ανθεκτικότητα, διασφαλίζοντας ότι τα αμυντικά συστήματα παραμένουν ευέλικτα και προσαρμοστικά στις εξελισσόμενες υβριδικές απειλές.
Ειδικά στον τομέα της Πληροφορικής και των Τηλεπικοινωνιών, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην ενίσχυση των συστημάτων έγκαιρης ανίχνευσης για απειλές στον κυβερνοχώρο και για τεχνολογική κακή χρήση. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την βελτίωση του συντονισμού τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, διασφαλίζοντας ταχύτερες απαντήσεις σε αναδυόμενους κινδύνους. Οι επενδύσεις σε εργαλεία που βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη και στις πλατφόρμες ανάλυσης απειλών θα βοηθήσουν στον γρήγορο εντοπισμό πιθανής κακής χρήσης. Οι εκστρατείες ευαισθητοποίησης του κοινού είναι ζωτικής σημασίας, με το να εκπαιδεύονται οι πολίτες σχετικά με τον τρόπο εντοπισμού και αναφοράς ύποπτων δραστηριοτήτων. Με το να ενισχύσουν την συνεργασία μεταξύ κυβερνήσεων, ιδιωτικού τομέα, και δημόσιων οργανισμών, τόσο το ΝΑΤΟ όσο και η ΕΕ μπορούν να δημιουργήσουν μια πιο ανθεκτική και ανταποκρινόμενη ψηφιακή υποδομή έναντι μελλοντικών απειλών.
Η Τεχνητή Νοημοσύνη (Α.Ι.)
Εστιάζοντας περισσότερο στην τεχνητή νοημοσύνη, ο Μιχαήλ Μπλέτσας, επικεφαλής της Εθνικής Αρχής Κυβερνοασφάλειας της Ελλάδος, είπε ότι η Α.Ι. μπορεί να ενισχύσει την κυβερνοασφάλεια στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας με την ανάπτυξη αυτοματοποιημένων συστημάτων ανίχνευσης απειλών, βελτιώνοντας την ικανότητα πρόβλεψης και αντίδρασης σε επιθέσεις σε πραγματικό χρόνο. Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να επεξεργάζεται τεράστιες ποσότητες δεδομένων, εντοπίζοντας ανωμαλίες και μοτίβα που μπορεί να δείχνουν κακόβουλες ενέργειες, και να φιλτράρει χρήσιμες πληροφορίες για τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων. Ωστόσο, οι κύριες προκλήσεις περιλαμβάνουν την δυσκολία εξεύρεσης αξιόπιστων και χρήσιμων πληροφοριών, καθώς και την ανάγκη ανάπτυξης αξιόπιστων φίλτρων πληροφόρησης που να αποφεύγουν ψευδώς θετικά αποτελέσματα και παραπληροφόρηση.
Ο Ευάγγελος Καρκαλέτσης, Διευθυντής του Ινστιτούτου Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών, ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος, ανέφερε πως η τεχνητή νοημοσύνη (Α.Ι.) μέσω των αυτόνομων συστημάτων παρακολούθησης και ανάλυσης δεδομένων, μπορεί να προσφέρει ταχύτητα και ακρίβεια στην αναγνώριση και ανταπόκριση σε απειλές. Η τεχνολογία data fusion επιτρέπει την ενοποίηση πληροφοριών από διάφορες πηγές, παρέχοντας μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα των απειλών, είπε. Ωστόσο, οι προκλήσεις περιλαμβάνουν την ανάγκη για ασφαλή τεχνολογική νομοθεσία που να προστατεύει από κατάχρηση και τις δυσκολίες στην ανάπτυξη «frugal A.I.», δηλαδή οικονομικών και αποδοτικών λύσεων Α.Ι.
Ειδικά στο πλαίσιο των υβριδικών απειλών, η Α.Ι. μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ανταπάντηση, ενώ παράλληλα απαιτείται η δημιουργία διαθεματικών απαντήσεων και εκπαιδευτικών πρωτοκόλλων ανά κλάδο για να ενισχυθεί η συνεργασία και η αποτελεσματικότητα. Ειδικά προγράμματα όπως το EDF (European Defence Fund) μπορεί να χρηματοδοτούν καινοτόμες λύσεις σε αυτούς τους τομείς. Ωστόσο, μια από τις κύριες προκλήσεις είναι η χρήση της Α.Ι. από απολυταρχικά καθεστώτα για την παρακολούθηση και καταστολή πολιτικών αντιφρονούντων, κάτι που απαιτεί μηχανισμούς για την υπέρβαση αυτών των εφαρμογών.
Από αριστερά, Νίκος Καραμπέκιος, διευθυντής της Μονάδας Καινοτομίας και Δικτύωσης του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης, Ευάγγελος Καρκαλέτσης, Διευθυντής του Ινστιτούτου Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών, ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος, Αντώνιος Πλατιάς, συντονιστής της συζήτησης, εκτελεστικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εξωτερικών Υποθέσεων, Σπύρος Παπαγεωργίου, Πλοίαρχος, επικεφαλής της Διεύθυνσης Κυβερνοασφάλειας του ΓΕΕΘΑ, και Δημήτρης Κυριαζάνος, ανώτερος ερευνητής Ινστιτούτου Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών, ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος. Ο Μιχαήλ Μπλέτσας, επικεφαλής της Εθνικής Αρχής Κυβερνοασφάλειας της Ελλάδος συμμετείχε διαδικτυακά. Πηγή: FAINST
————————————————————
Στην Ευρώπη, συνέχισε ο κ. Καρκαλέτσης, η ανάπτυξη και εφαρμογή της Α.Ι. είναι συχνά περιορισμένη από αυστηρούς κανονισμούς όπως ο A.I. Act, με έμφαση στη νομοθεσία παρά στην τεχνολογική πρόοδο. Για να συμβαδίσουμε με την ταχεία ανάπτυξη, πρωτοβουλίες όπως το «Gen Α.Ι. for EU» και άλλες στρατηγικές πρέπει να οργανωθούν με τρόπο που να συνδυάζει την έρευνα, την ανάπτυξη και την δημιουργία ασφαλών, υπεύθυνων ρυθμίσεων για την Α.Ι.
Η τεχνητή νοημοσύνη (Α.Ι.) μπορεί να ενισχύσει την κυβερνοασφάλεια στην άμυνα και την ασφάλεια, προσέθεσε ο Σπύρος Παπαγεωργίου, Πλοίαρχος, επικεφαλής της Διεύθυνσης Κυβερνοασφάλειας του ΓΕΕΘΑ, ωστόσο, μια από τις κύριες προκλήσεις στην εφαρμογή της είναι η έλλειψη επαρκούς τεχνικής γνώσης και πρακτικής εξάσκησης, η έλλειψη ειδικών στον ελλαδικό χώρο. Συχνά, η έμφαση δίδεται στην θεωρία και τα μαθηματικά μοντέλα, χωρίς την απαραίτητη εκπαίδευση σε πραγματικές συνθήκες.
Η ανάπτυξη ακαδημιών κυβερνοχώρου που θα προσφέρουν πρακτική εκπαίδευση είναι κρίσιμη για την ενίσχυση των δεξιοτήτων. Επιπλέον, η ενσωμάτωση του NICE framework των ΗΠΑ στα προγράμματα εκπαίδευσης θα βοηθήσει στην καλλιέργεια των απαραίτητων γνώσεων και δεξιοτήτων για την αποτελεσματική χρήση της Α.Ι. στην κυβερνοασφάλεια, υπογράμμισε ο κ. Παπαγεωργίου.
Από μια άλλη οπτική, ο Δημήτρης Κυριαζάνος, ανώτερος ερευνητής Ινστιτούτου Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών, ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος, σημείωσε ότι μια από τις κύριες προκλήσεις στην εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης στην κυβερνοασφάλεια είναι η αντιστοίχιση συμφερόντων μεταξύ οργανώσεων δύο ταχυτήτων. Οι πιο ανεπτυγμένες χώρες και οργανισμοί συχνά προχωρούν ταχύτερα στην υιοθέτηση νέων τεχνολογιών, ενώ άλλοι μένουν πίσω. Επιπλέον, η ανεπάρκεια υποδομών και η έλλειψη εξειδικευμένων δεξιοτήτων (skill shortage) αποτελούν σημαντικά εμπόδια στην ανάπτυξη και εφαρμογή αυτών των τεχνολογιών. Για να ξεπεραστούν αυτά τα προβλήματα, είναι αναγκαία η σύνδεση ερευνητικών κέντρων και domain experts με επιχειρησιακούς φορείς, ώστε να ενισχυθεί η συνεργασία και να επιτευχθεί η ολοκληρωμένη ανάπτυξη και εφαρμογή λύσεων
Ο Νίκος Καραμπέκιος, διευθυντής της Μονάδας Καινοτομίας και Δικτύωσης του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης, προσέθεσε ότι η τεχνολογία data fusion θα διευκολύνει την ενοποίηση δεδομένων από διαφορετικές πηγές, βελτιώνοντας την ακρίβεια και την αποτελεσματικότητα των αποφάσεων. Ωστόσο, η ασφάλεια της Α.Ι. και η προστασία από κακόβουλη χρήση είναι βασικές προκλήσεις. Η θεσμική ευθυγράμμιση, όπως και η δημιουργία κόμβων καινοτομίας, είναι επίσης κρίσιμη για την συνεκτική ανάπτυξη. Στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, η ευθυγράμμιση των συμφερόντων και η εφαρμογή μοντέλων όπως το PCP (Pre-Commercial Procurement) είναι σημαντική για την προώθηση της καινοτομίας και την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Μιλώντας για τις αναδυόμενες τεχνολογίες (Emerging Disruptive Technologies, EDTs) και για την επίδρασή τους στην άμυνα και της ασφάλεια, ο Γεώργιος Νούνεσης, πρόεδρος ΔΣ και διευθυντής του ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος είπε ότι η κύρια πρόκληση για το ΝΑΤΟ στην υιοθέτηση αναδυόμενων τεχνολογιών είναι η επιτάχυνση της αντίδρασης σε υβριδικές απειλές, με στόχο την ταχύτερη λήψη αποφάσεων μέσω της βελτίωσης των συστημάτων ελέγχου και διοίκησης. Η ενίσχυση της ανθεκτικότητας και η προσαρμογή στις απαιτήσεις χρόνου και χώρου είναι επίσης κρίσιμη. Στην Ελλάδα, η έμφαση δίνεται στην ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού και των υποδομών για ταχύτερη ανάπτυξη και προσαρμογή σε νέες τεχνολογίες.
Ο Γεώργιος Νούνεσης, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος. Πηγή: FAINST
——————————————————–
Η συνεργασία μεταξύ ερευνητικών κέντρων και στρατιωτικών φορέων, τόνισε ο κ. Νούνεσης, είναι κρίσιμη για την δημιουργία καινοτόμων λύσεων που ενισχύουν την ασφάλεια, επιτρέποντας την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διαχείριση απειλών, ενώ η συνεχής εκπαίδευση και ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού διασφαλίζει την επιτυχή εφαρμογή αυτών των τεχνολογιών.
Από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Dr. jake Sotiriadis, Advisor to US State Department, Executive Director, Global Foresight & Strategy @Phaedrus Engineering, Global Policy Strategist & Futurist, πρότεινε ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να ενσωματώσουν το foresight στις στρατηγικές άμυνας και ασφάλειας για να προβλέψουν και να προετοιμαστούν για το μέλλον, αντιμετωπίζοντας το ρίσκο των υβριδικών απειλών μέσω ευέλικτων στρατηγικών, οι οποίες θα επιτρέπουν ταχεία προσαρμογή σε νέες συνθήκες.
Η διεθνής συνεργασία, είπε, αν και κρίσιμη για την αντιμετώπιση αυτών των απειλών, απαιτεί έναν επαναστατικό επανασχεδιασμό, καθώς οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων ενδέχεται να είναι αργές και γραφειοκρατικές. Για να προσαρμοστούν στις ταχύτατα εξελισσόμενες τεχνολογίες, οι πολιτικές συνεργασίας πρέπει να επικεντρωθούν στην ενίσχυση της επικοινωνίας και της ευελιξίας, ενώ οι διεθνείς φορείς θα πρέπει να επιδιώκουν προληπτική, αντί για αντιδραστική, δράση.
Κβαντική τεχνολογία
Στην κβαντική υπολογιστική επικεντρώθηκε ο Παναγιώτης Δημητράκης, διευθυντής του Ινστιτούτου Κβαντικής Υπολογιστικής και Τεχνολογίας του ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος, για την οποία είπε ότι αναπτύσσεται ταχύτατα και μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την εθνική ασφάλεια και άμυνα. Στις πιο πρόσφατες εξελίξεις, η κβαντική υπολογιστική προσφέρει την δυνατότητα για ταχύτερη ανάλυση τεράστιων δεδομένων και την επίλυση προβλημάτων που είναι αδύνατα με κλασικούς υπολογιστές. Ειδικά για την στρατηγική ασφάλειας, η κβαντική τεχνολογία ενδέχεται να ανατρέψει τα τρέχοντα κρυπτογραφικά συστήματα, δημιουργώντας νέες απειλές και προκλήσεις για την προστασία ευαίσθητων πληροφοριών.
Η κβαντική τεχνολογία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ανάπτυξη πιο προηγμένων συστημάτων κυβερνοασφάλειας. Με την χρήση κβαντικής κρυπτογραφίας μπορούν να δημιουργηθούν ασφαλή δίκτυα που είναι ανθεκτικά στις κλασικές επιθέσεις, καθιστώντας τα πιο αξιόπιστα για τη μετάδοση ευαίσθητων δεδομένων. Επίσης, με την τεχνολογία κβαντικών δικτύων, η ανταλλαγή κρυπτογραφικών κλειδιών μπορεί να γίνει με μεγαλύτερη ασφάλεια.
Ωστόσο, προειδοποίησε ότι η εκπαίδευση και κατάρτιση του προσωπικού για την αξιοποίηση αυτών των τεχνολογιών στην άμυνα παρουσιάζει ζητήματα. Η ανάγκη για εξειδικευμένα στελέχη που κατανοούν την θεωρία και εφαρμογή της κβαντικής πληροφορικής είναι επιτακτική. Στην Ελλάδα, φορείς όπως το Κέντρο ΕΕ για Καινοτομία και Startups, και η συνεργασία με οργανισμούς όπως ο «Δημόκριτος» και η ενίσχυση της ευελιξίας (agility) στην καινοτομία, είναι κρίσιμα για την ανάπτυξη αυτού του τομέα στον στρατηγικό τομέα της άμυνας και ασφάλειας.
Από αριστερά, ο πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ) Παναγιώτης Λυμπέρης, Ναύαρχος ε.α., ο Γεώργιος Πανούσης, Υποστράτηγος, Διευθυντής ΓΕΕΘΑ/ ΣΤ΄Κλάδου (Καινοτομίας), ο πρέσβυς ε.τ. Θεόδωρος Θεοδώρου, Ανώτερος Σύμβουλος στο Ινστιτούτο Εξωτερικών Υποθέσεων ως συντονιστής του πάνελ, η Σουζάνα Σοφού, Senior Research & Innovation Manager, Satways και ο ο Κωνσταντίνος Μιχανετζής, διευθύνων Σύμβουλος της Seeders. Πηγή: FAINST
—————————————————–
Υπερθεματίζοντας, ο πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ) Παναγιώτης Λυμπέρης, Ναύαρχος ε.α., είπε ότι η εθνική ασφάλεια απαιτεί μια ευέλικτη και δυναμική προσέγγιση για την αντιμετώπιση των υβριδικών απειλών. Ο αμυντικός μας μηχανισμός πρέπει να ενσωματώνει σύγχρονες τεχνολογίες, όπως η κυβερνοασφάλεια και η κβαντική κρυπτογραφία, για να προστατεύσουμε κρίσιμες υποδομές από συνδυασμένες στρατηγικές επιθέσεων. Υπάρχει αναμφισβήτητα ένταση μεταξύ της στρατηγικής αντιμετώπισης των παραδοσιακών και των υβριδικών απειλών, καθώς οι τελευταίες απαιτούν έναν πιο πολύπλευρο και συνεργατικό τρόπο αντίδρασης, που συνδυάζει πολιτικές, οικονομικές, και στρατιωτικές ενέργειες.
Πρέπει να διαχειριζόμαστε αυτή την ένταση με την ενίσχυση της συντονισμένης στρατηγικής και της καινοτομίας. Η καινοτομία παίζει κρίσιμο ρόλο στην ενίσχυση της ικανότητάς μας να ανιχνεύουμε, να προλαμβάνουμε και να αποτρέπουμε υβριδικές επιθέσεις, μέσα από την χρήση τεχνολογιών αιχμής και την συνεργασία με start-ups και ερευνητικά κέντρα. Ωστόσο, η έννοια της αποτροπής πρέπει να εξελιχθεί, εστιάζοντας όχι μόνο στην παραδοσιακή στρατιωτική δύναμη, αλλά και στην ικανότητά μας να προστατεύουμε και να ενδυναμώνουμε την κοινωνία μας από κυβερνοεπιθέσεις και παραπληροφόρηση, χρησιμοποιώντας τα ίδια εργαλεία υπέρ μας, για προληπτική ενδυνάμωση των συστημάτων και του ανθρώπινου δυναμικού.
Σημαντικές προκλήσεις βλέπει ο Γεώργιος Πανούσης, Υποστράτηγος, Διευθυντής ΓΕΕΘΑ/ ΣΤ΄Κλάδου (Καινοτομίας) να αντιμετωπίζει η αμυντική καινοτομία στον τομέα της προστασίας από υβριδικές απειλές. Η αμυντική καινοτομία, λοιπόν, πρέπει να επικεντρωθεί στην ανάπτυξη προηγμένων τεχνολογιών, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η κβαντική κρυπτογραφία, και τα αυτοματοποιημένα συστήματα ανίχνευσης, για να ενισχύσει την ανθεκτικότητα των αμυντικών μας δομών, είπε. Μέσα από την ενίσχυση της συνεργασίας με το Κέντρο Καινοτομίας και τις Start-ups, μπορούμε να δημιουργήσουμε ασφαλή και ευέλικτα συστήματα για την πρόληψη και αντιμετώπιση αυτών των απειλών. Κατά την σύσταση του Κλάδου, ο ρόλος της καινοτομίας λήφθηκε υπόψη, ώστε να εξασφαλίσουμε ότι οι στρατηγικές μας είναι προσαρμοσμένες στις νέες προκλήσεις της σύγχρονης άμυνας και να ενισχύσουμε την ικανότητά μας να αντεπεξέλθουμε στις εξελισσόμενες απειλές με σύγχρονα εργαλεία και στρατηγικές.
Από την πλευρά του ιδιωτικού τομέα, η Σουζάνα Σοφού, Senior Research & Innovation Manager, Satways, είπε ότι η τεχνολογία μας συμβάλλει σημαντικά στην ενίσχυση της επιχειρησιακής επίγνωσης και της ανταπόκρισης στις υβριδικές απειλές, μέσω καινοτόμων λύσεων στον τομέα των δορυφορικών επικοινωνιών και της ανάλυσης δεδομένων. Χρησιμοποιώντας τεχνολογίες εντοπισμού και παρακολούθησης σε πραγματικό χρόνο, μπορούμε να παρέχουμε κρίσιμες πληροφορίες σχετικά με τις κινήσεις των απειλών, όπως κυβερνοεπιθέσεις ή φυσικές επιθέσεις, ενώ επιτρέπουμε στους στρατιωτικούς και αμυντικούς φορείς να ανταποκριθούν άμεσα και αποτελεσματικά. Ειδικότερα, η λύση για την ενίσχυση της συνδεσιμότητας σε απομακρυσμένες περιοχές έχει αποδειχθεί κρίσιμη για την διατήρηση επικοινωνιών, ακόμα και σε περιπτώσεις δολιοφθοράς ή καταστροφής υποδομών.
Η μοντελοποίηση των υβριδικών απειλών είναι σίγουρα εφικτή και μπορεί να προσφέρει πολύτιμα δεδομένα για την πρόβλεψη μελλοντικών κινδύνων. Με την χρήση δεδομένων από δορυφόρους και άλλες πηγές, μπορούμε να δημιουργήσουμε προγνωστικά μοντέλα για την αξιολόγηση πιθανών απειλών, κάτι που μας επιτρέπει να βελτιώσουμε την στρατηγική μας και να αξιοποιήσουμε τις διαθέσιμες τεχνολογίες με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Αυτή την στιγμή, συμπλήρωσε η κα. Σοφού, επικεντρωνόμαστε στην ανάπτυξη λύσεων βασισμένων στην τεχνητή νοημοσύνη και το machine learning για την βελτίωση της ανάλυσης δεδομένων, καθώς και στην αναβάθμιση της δορυφορικής συνδεσιμότητας, προκειμένου να διασφαλίσουμε την ασφαλή και αποτελεσματική ανταπόκριση σε οποιαδήποτε υβριδική απειλή στο μέλλον.
Επίσης από τον ιδιωτικό τομέα, ο Κωνσταντίνος Μιχανετζής, διευθύνων Σύμβουλος της Seeders, έδωσε έμφαση στις νεοφυείς επιχειρήσεις, οι οποίες διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην προώθηση της καινοτομίας στον τομέα της άμυνας, ιδίως για την αντιμετώπιση των υβριδικών απειλών. Η ευελιξία και η δυνατότητα ταχείας προσαρμογής τους σε νέες τεχνολογίες και ανάγκες καθιστούν αυτές τις επιχειρήσεις πρωτοπόρους στην ανάπτυξη και εφαρμογή λύσεων που ενσωματώνουν σύγχρονες τεχνολογίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η ανάλυση μεγάλων δεδομένων, και η κυβερνοασφάλεια. Η Seeders συμμετέχει σε έργα που επικεντρώνονται στην ανάπτυξη προηγμένων συστημάτων ανίχνευσης και αποτροπής επιθέσεων, καθώς και στην ενίσχυση της προστασίας κρίσιμων υποδομών από κυβερνοεπιθέσεις.
Οι νεοφυείς επιχειρήσεις συχνά αντιμετωπίζουν την πρόκληση της ευθυγράμμισης των καινοτόμων λύσεων με τις πρακτικές ανάγκες των φορέων άμυνας και ασφάλειας. Η ανάγκη για μακροχρόνια, αξιόπιστα, και συμβατά συστήματα μπορεί να συγκρούεται με τις πιο ευέλικτες και γρήγορες τεχνολογικές προσεγγίσεις των startups. Οφείλουμε, τόνισε ο κ. Μιχανετζής, να αντιμετωπίζουμε αυτές τις προκλήσεις μέσω της στενής συνεργασίας με στρατιωτικούς και κυβερνητικούς οργανισμούς, διασφαλίζοντας ότι οι λύσεις μας είναι πλήρως συμβατές με τις ανάγκες τους και αναπτύσσονται με γνώμονα την ασφάλεια, την κλιμακωσιμότητα, και την ανθεκτικότητα. Οι αναδυόμενες τεχνολογίες όπως η κβαντική υπολογιστική, η blockchain για κυβερνοασφάλεια, και οι προηγμένοι αλγόριθμοι για την ανάλυση και πρόβλεψη επιθέσεων θα είναι κρίσιμες στην αντιμετώπιση των υβριδικών απειλών.
Εξωτερικές παρεμβάσεις -χειραγώγηση πληροφοριών (FIMI)
Για τις περιβόητες FIMI, δηλαδή τις παρεμβάσεις ξένων δρώντων στην πληροφόρηση πολιτών άλλων χωρών (Foreign Information manipulation and Interference) μίλησε ο Martins Pundors, Head of the Operational Support Branch, STRATCOM COE, λέγοντας ότι «στο Κέντρο Αριστείας Στρατηγικών Επικοινωνιών (Strategic Communications Centre of Excellence, STRATCOM COE) του ΝΑΤΟ, ενισχύουμε την ικανότητα της Συμμαχίας να εντοπίζει και να αντιμετωπίζει υβριδικές απειλές, ιδιαίτερα στις στρατηγικές επικοινωνίες». Το κέντρο εστιάζει στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο αντίπαλοι -όπως η Ρωσία- χρησιμοποιούν το πλαίσιο του πληροφοριακού πολέμου για να διαταράξουν τις δημοκρατικές διαδικασίες και να χειραγωγήσουν αφηγήματα σε άλλες χώρες. Μέσω προηγμένων αναλύσεων, στρατηγικών μηνυμάτων και εκστρατειών ενημέρωσης, το ΝΑΤΟ βοηθά να αναπτυχθούν αποτελεσματικές αντι-στρατηγικές. Στόχος είναι να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα των κρατών-μελών έναντι της παραπληροφόρησης, των κακόβουλων μέσων, και των υβριδικών επιχειρήσεων.
Ο Martins Pundors, Head of the Operational Support Branch, STRATCOM COE (στην οθόνη, επάνω) και ο Δρ. Νικόλαος Παναγιώτου, καθηγητής στο ΑΠΘ συμμετείχαν διαδικτυακά. Πηγή: FAINST
————————————————————-
Μια βασική πρόκληση που αντιμετωπίζει το ΝΑΤΟ για την αντιμετώπιση της ξένης επιρροής και της κακόβουλης παρέμβασης είναι η εξελισσόμενη φύση των επιχειρήσεων πληροφόρησης. Αυτές οι τακτικές είναι συχνά λεπτεπίλεπτες και ενσωματώνονται σε ευρύτερες εκστρατείες υβριδικού πολέμου. Ο Κλάδος Επιχειρησιακής Υποστήριξης του ΝΑΤΟ STRATCOM COE παρέχει επίγνωση της κατάστασης, δυνατότητες ταχείας απόκρισης, και αποτελεσματικές στρατηγικές επικοινωνίας.
Οι επιτυχημένες περιπτωσιολογικές μελέτες περιλαμβάνουν την απάντηση του ΝΑΤΟ στις εκστρατείες παραπληροφόρησης της Ρωσίας κατά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014 και την συνεχιζόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία. Οι στρατηγικές επικοινωνίες του ΝΑΤΟ βοήθησαν στην αντιμετώπιση ψευδών αφηγήσεων και στην διατήρηση της ενότητας μεταξύ των κρατών-μελών. Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, υπήρξε μια αλλαγή παραδείγματος στις επιχειρήσεις της FIMI, ανέφερε ο κ. Pundors, με αυξημένη εξάρτηση από υβριδικές τακτικές όπως η παραπληροφόρηση, οι κυβερνοεπιθέσεις, και η χειραγώγηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Το Κέντρο Αριστείας του NATO, STRATCOM COE, προσαρμόζεται συνεχώς για να αντιμετωπίσει αυτές τις εξελισσόμενες απειλές και να προστατεύσει τις δημοκρατικές διαδικασίες εντός των κρατών του ΝΑΤΟ.
Η παιδεία στα μέσα επικοινωνίας διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην καταπολέμηση της ξένης επιρροής και της κακόβουλης παρέμβασης (FIMI) και στην ενίσχυση της κοινωνικής ανθεκτικότητας έναντι των υβριδικών απειλών, τόνισε ο Δρ. Νικόλαος Παναγιώτου, καθηγητής στο ΑΠΘ. Με το να εκπαιδεύσουμε το κοινό για το πώς να αξιολογεί κριτικά τις πληροφορίες και να αναγνωρίζει την παραπληροφόρηση, δίνουμε την δυνατότητα στα άτομα να περιηγούνται σε περίπλοκα τοπία μέσων ενημέρωσης και επικοινωνίας, είπε. Το Εργαστήριο Δημοσιογραφίας Ειρήνης έχει ξεκινήσει πρωτοβουλίες όπως εργαστήρια και εκστρατείες ευαισθητοποίησης με στόχο την προώθηση του εγγραμματισμού για τα media και την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης, εστιάζοντας στον αντίκτυπό της στο πλαίσιο των υβριδικών απειλών.
Τα ακαδημαϊκά ιδρύματα μπορούν να συνεργαστούν με κυβερνητικούς και διεθνείς οργανισμούς ανταλλάσσοντας έρευνα, παρέχοντας τεχνογνωσία και βοηθώντας στην ανάπτυξη στρατηγικών επικοινωνίας που ενισχύουν την ανθεκτικότητα. Για την οικοδόμηση ανθεκτικότητας έναντι του FIMI, συνιστάται το κράτος να επενδύσει στην δημόσια εκπαίδευση σχετικά με τον εγγραμματισμό στα μέσα ενημέρωσης, να ενισχύσει την συνεργασία με τα μέσα ενημέρωσης και να υποστηρίξει την έρευνα σχετικά με τις ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις της παραπληροφόρησης. Η αυξημένη ευαισθητοποίηση του κοινού και η εκπαίδευση είναι βασικά στοιχεία για την περαιτέρω ενίσχυση της ανθεκτικότητας, κατέληξε ο κ. Παναγιώτου.
Εστιάζοντας στην ευρωπαϊκή διάσταση, ο πρέσβυς ε.τ. Ελευθέριος Αγγελόπουλος σημείωσε ότι η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κα. Von der Leyen, σε πρόσφατες δηλώσεις της υπογράμμισε ότι Ευρώπη συνειδητοποιεί ότι οι μεγάλες κρίσεις των τελευταίων ετών δεν είναι ούτε μεμονωμένες ούτε παροδικές. Αντίθετα, αντανακλούν βαθύτερα ρήγματα και «τεκτονικές» γεωπολιτικές, κλιματικές και τεχνολογικές αλλαγές, μπροστά. στις οποίες συχνά η ΕΕ απλώς αντιδρούσε. Αλλά τώρα πρέπει να κάνουμε περισσότερα. Πρέπει να αλλάξουμε τη νοοτροπία μας. Η ετοιμότητα πρέπει να γίνει μέρος της υποκείμενης λογικής όλων των ενεργειών μας και να αντιμετωπίσει όλο το φάσμα των απειλών και των κινδύνων.
Ενδεικτικό της σημασίας που αποδίδει η Επιτροπή στο ζήτημα αυτό, είπε ο κ. Αγγελόπουλος, είναι ότι στα τέσσερα παραδείγματα τέτοιων μεγάλων κρίσεων συμπεριλαμβάνει τις υβριδικές επιθέσεις και τις πολλές διαφορετικές μορφές τους: την παραπληροφόρηση, την κυνική, όπως αναφέρει, εργαλειοποίηση των μεταναστών, τις κυβερνοεπιθέσεις, και τα σαμποτάζ. Oπως είπε, ενα κλικ μπορεί να απενεργοποιήσει τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας και να βυθίσει στο σκοτάδι ολόκληρες πόλεις.
Επομένως, δεδομένης της κλίμακας αυτών των προκλήσεων, πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειές μας, να συνεργαστούμε στενότερα και να κάνουμε την διαφορά ως Ευρωπαίοι, γνωρίζοντας ότι η προετοιμασία για το χειρότερο μπορεί να συμβάλει στην αποτροπή του.
Η ανάπτυξη της ανθεκτικότητας για την αντιμετώπιση των υβριδικών απειλών επιτυγχάνεται, μεταξύ άλλων, μέσω της δημιουργίας των κατάλληλων θεσμικών μηχανισμών που θα έχουν ως αποστολή την ολιστική ανίχνευση και αξιολόγηση του περιβάλλοντος απειλών, της ανάπτυξης στρατηγικών αντιμετώπισης και ανάκαμψης, της θωράκισης των παθογενειών, καθώς και της ενίσχυσης του διατομεακού επιχειρησιακού συντονισμού.
Από αριστερά, ο Στρατηγός ε.α., πρώην αρχηγός Εθνικής Φρουράς Κύπρου, Δημόκριτος Ζερβάκης, ο συντονιστής κ. Α. Πλατιάς, και ο πρέσβυς ε.τ. Ελευθέριος Αγγελόπουλος. Πηγή: FAINST
——————————————————–
Επίσης, αποτελεί αδήριτη ανάγκη της πολιτείας να ενισχύει τους ιδιωτικούς φορείς που διαχειρίζονται κρίσιμες υποδομές, παρέχοντας μεταξύ άλλων εκπαίδευση, ενημέρωση, τεχνογνωσία ώστε αυτοί να μπορούν να αντιμετωπίσουν τις απειλές εναντίον τους. Αντίστοιχα, οι ιδιωτικοί φορείς θα πρέπει να παρέχουν άμεση και πλήρη ενημέρωση στις υπηρεσίες ασφαλείας και πληροφοριών ώστε αυτές να είναι σε θέση να συνθέτουν την ευρύτερη εικόνα και να εντοπίζουν τις υβριδικές απειλές εν τη γενέσει τους.
Τέλος, ο Στρατηγός ε.α., πρώην αρχηγός Εθνικής Φρουράς Κύπρου, Δημόκριτος Ζερβάκης, υπενθύμισε ότι οι υβριδικές απειλές δεν αποτελούν ένα νέο φαινόμενο, αλλά εξελίσσονται μέσα από την εφαρμογή πολιτικού πολέμου, που υπήρχε ήδη κατά καιρούς ειρήνης. Στην ουσία, οι υβριδικές απειλές συνδυάζουν στρατηγικές και τακτικές που περιλαμβάνουν πολιτικό πόλεμο, κυβερνοεπιθέσεις, παραπληροφόρηση, και οικονομική πίεση, καθιστώντας τις πιο δυσδιάκριτες και μη γραμμικές σε σχέση με τις παραδοσιακές στρατιωτικές απειλές. Η μελέτη των αντιπάλων και η κατανόηση των ήδη υπαρχουσών αρχών του πολέμου καθίστανται απαραίτητες.
Αποτελεσματικότητα και ανθεκτικότητα σε τέτοιες απειλές απαιτούν στρατηγικές που βασίζονται στη «ήπια ισχύ», δηλαδή στην δύναμη της πειθούς και της επίδρασης μέσω των πληροφοριών και της διπλωματίας, αντί για την παραδοσιακή στρατηγική της «σκληρής» ισχύος. Η έννοια της αποτροπής πρέπει να επαναξιολογηθεί, με κύριο στόχο την αξιοπιστία της, καθώς η σύγχρονη πολιτική και στρατιωτική στρατηγική απαιτεί ευέλικτες και πολυδιάστατες απαντήσεις.
Η πολιτική ισχύς, μέσω της διαχείρισης του πολιτικού πολέμου, παραμένει η κύρια απειλή για το μέλλον, και η στρατηγική μας πρέπει να εστιάζει στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας και στην διατήρηση της αξιοπιστίας των συμμαχιών μας, κατέληξε ο κ. Ζερβάκης.
Ένα μεγάλο μέρος του Φόρουμ (ατυχώς, από την βιντεοσκόπηση λείπουν οι αρχικές παρεμβάσεις καθώς και οι συζητήσεις των δυο πρώτων πάνελ, λόγω τεχνικού προβλήματος) μπορεί όποιος θέλει να το παρακολουθήσει στο κανάλι του Ινστιτούτου στο YouTube και συγκεκριμένα στον ακόλουθο σύνδεσμο https://studio.youtube.com/video/5iGN0aGRg70